γούμενα

γούμενα
η мор. толстый канат

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "γούμενα" в других словарях:

  • γούμενα — η χοντρό σκοινί για το δέσιμο τών πλοίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. gumena < (βενετ.) gomena] …   Dictionary of Greek

  • γούμενα — η χοντρό σκοινί για να δένουν το πλοίο, καραβόσκοινο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μαστιγούμενα — μαστῑγούμενα , μαστιγόω whip pres part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) μαστῑγούμενα , μαστιγόω whip pres part mp neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαγουμένα — προᾱγουμένᾱ , προηγέομαι go first and lead the way pres part mid fem nom/voc/acc dual (attic epic doric) προᾱγουμένᾱ , προηγέομαι go first and lead the way pres part mid fem nom/voc sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεφαλίδα — η (ΑΜ κεφαλίς, ίδος) μικρό κεφάλι, κεφαλάκι («κεφαλίδας ἥλων», Αθήν.) νεοελλ. 1. ο τίτλος εντύπου ή κεφαλαίου ο οποίος σε μερικά βιβλία αναγράφεται στην κορυφή κάθε σελίδας 2. ρητό ή απόφθεγμα που προτάσσεται σε βιβλίο ή σε κεφάλαιο βιβλίου,… …   Dictionary of Greek

  • πρυμάτσα — η χοντρό σκοινί με το οποίο το πλοίο δένεται από την πρύμη στην ακτή, αλλ. παλαμάρι, κάλος, καραβόσκοινο, γούμενα: Έδεσαν την πρυμάτσα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προαγουμένᾳ — προᾱγουμένᾱͅ , προηγέομαι go first and lead the way pres part mid fem dat sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαγούμενα — προᾱγούμενα , προηγέομαι go first and lead the way pres part mid neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»